Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008

Ο πόλεμος στον Καύκασο – προϊόν όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων

Ηχηρότατο χαστούκι Ρωσίας σε ΗΠΑ στην περιοχή του Καυκάσου

Οξύνονται οι αντιθέσεις και επιδεινώνονται συνεχώς οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας

Τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας-Γεωργίας επιδεινώθηκαν συνεχώς εξαιτίας του ότι ο αμερικανοθρεμένος Μ.Σαακασβίλι ενεργούσε-ενεργεί μόνιμα και προκλητικά ως απεσταλμένος και μακρύ χέρι των ΗΠΑ σε μια περιοχή που ανήκει στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, μια περιοχή που γεωγραφικά βρίσκεται στα πλευρά της και αποτελεί το μαλακό υπογάστριό της, σε μια περιοχή , όπως είναι ο Καύκασος, όπου ο ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας εκδηλώνεται οξύτατος λόγω της μεγάλης γεωστρατηγικής της σημασίαςκαι και εξαιτίας των πετρελαίου-φυσικού αερίου και των αγωγών μεταφοράς τους προς άλλες χώρες αλλά και της διαμάχης των Οσετίας-Αμπζαχίας με τη Γεωργία. Η Μόσχα είχε σχεδόν αποσύρει ολόκληρο το διπλωματικό της προσωπικό απ την πρωτεύουσα της Γεωργίας, Τιφλίδα, αρνούμενη οποιαδήποτε σχέση της με την κυβέρνησηΣαακασβίλι, μαριονέτα των αμερικανών ιμπεριαλιστών.

Όταν πριν δυο χρόνια, στα μέσα του 2006, ο αποθρασυμένος απ’ τις «πλάτες» των αφεντικών του Μ. Σαακασβίλι, η πιο διάσημη πολιτική πόρνη του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, καλούσε σε συναγερμό-εθνικιστική πανστρατιά – σε μιαπαραληρηματικού χαρακτήρα τυχοδιωκτική φιλοπόλεμη έκκληση και ακραίου εθνικιστικού παροξυσμού – τους απανταχού γεωργιανούς να συγκεντρωθούν στη Γεωργία για να γιορτάσουν όλοι μαζί την Πρωτοχρονιά του 2007 στο Τσχινβάλι, την πρωτεύουσα της νότιας Οσετίας, η οποία μαζί με την Αμπχαζία είχε αποσχιστεί από τη Γεωργία, κανένας δεν έπαιρνε στα σοβαρά τις προκλητικές και φιλοπόλεμες δηλώσεις του, θεωρούσε τις απειλές του γελοίες και ψευτοπαληκαρισμούς ενός επιπόλαιου και υπερφίαλου φασίστα εθνικιστή.

Δεν χρειάστηκαν ούτε καν 2 χρόνια από τότε για να μετεξελιχθεί ο Μ. Σαακασβίλι από διάσημη πόρνη του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην αθλιέστερη εγκληματική πόρνη με τη στρατιωτική του επίθεση(8/8/2008) στη νότια Οσετία και την ολοσχερή ισοπέδωση-καταστροφή της πρωτεύουσάς της Τσχινβάλι με χιλιάδες θύματα, με 30-35000 πρόσφυγες και την ολοκληρωτική ερήμωση της πόλης.

Ο σημερινός αιματηρός «περιφερειακός» πόλεμος στον Καύκασο – προϊόν ουσιαστικά όξυνσης των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, ειδικότερα εκείνων των ΗΠΑ-Ρωσίας – ξεκίνησε με δυο προκλήσεις: 1. τη δημόσια ομολογημένη στρατιωτική επίθεση της Γεωργίας ενάντια στην πρωτεύουσα της νότιας Οσετίας, 2. την εξαπόλυση της επίθεσης την ημέρα της έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων στο Πεκίνο.

Η προκλητικότητα και το θράσος του φασιστοειδούς που ακούει στο όνομα Σαακασβίλι δεν γνωρίζουν όρια. Από πού όμως αντλεί το «θάρρος»-θράσος και εξαπολύει μια τέτοια αιματηρή στρατιωτική επίθεση το θρασύδειλο και εγκληματικό αυτό φασιστοειδές; Προφανώς απ’ τ’ αφεντικά του αμερικανούς ιμπεριαλιστές.

Είναι φανερό ότι η στρατιωτική επίθεση της Γεωργίας ενάντια στην Οσετία έγινε μετά από υποκίνηση-συνεννόηση με τους αμερικανούς ιμπεριαλιστέςκαι υπήρξε μια πρώτη δοκιμή σφυγμομέτρησης στην πράξη της αντίδρασης της Ρωσίας σε μια περιοχή που γεωγραφικά βρίσκεται στα πλευρά της και ανήκει στη σφαίρα επιρροής της.

Φαίνεται πως το ξεπουλημένο στις ΗΠΑ φασιστοειδές προχώρησε στον επικίνδυνο στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό, νομίζοντας (ή είχε τη διαβεβαίωση) ότι επειδή τυχαίνει να είναι η πιο διάσημη και πιο ελεεινή πόρνη του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού ότι τ΄ αφεντικά του θα προστρέξουν στρατιωτικά στην περιοχή να τον στηρίξουν-διασώσουν σε περίπτωση στρατιωτικής αντίδρασης της Ρωσίας, κάτι που ήταν εντελώς απίθανο να συμβεί γιατί αυτό θα είχε ως αναπόφευχτο αποτέλεσμα την άμεση σύγκρουση των ρωσικών με τα αμερικάνικα στρατεύματα με απρόβλεπτες συνέπειες. Η Ρωσία αντέδρασε, όπως εξάλλου αναμένονταν, και μάλιστα αστραπιαία. Απάντησε με μια κεραυνοβόλο επίθεση του ρωσικού στρατού που σύντριψε σε ελάχιστες ώρες το στρατό της Γεωργίας, δίνοντας έτσι ένα πολύ καλό και ιδιαίτερα σκληρό μάθημα στον εθνικιστή φασίστα Σαακασβίλι μα πρώτα απ’ όλα στους αμερικανούς ιμπεριαλιστές και για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση-διάλυση του ρεβιζιονιστικού-καπιταλιστικού στρατοπέδου με επικεφαλής την καπιταλιστική Σοβιετική Ένωση και τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Έδωσε την πρώτη σαφέστατη και αποφασιστική στρατιωτική απάντηση στις αρχές του 21ου αιώνα στην προκλητικότερη και πιο μισητή στους λαούς ιμπεριαλιστική δύναμη της εποχής μας, τις ΗΠΑ, που επεμβαίνει στρατιωτικά σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου – απάντηση ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας και μεγάλης πολιτικής βαρύτητας για τη σημερινή περίοδο.

Τώρα, μετά τη συντριπτική ήττα η τρισάθλια πόρνη των ΗΠΑ έντρομη, πανικόβλητη και τρεμάμενη απ’ το σοκ μασάει τη γραβάτα μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες και παραπονείται στην αφεντικίνα του, ύαινα του αμερικάνικου Πενταγώνου, Κοντολίζα Ράϊς, που έχει καταφτάσει στην Τιφλίδα να παρηγορήσει το Σαακασβίλι, και κλαψουρίζει καταρρακωμένος («ζω το χειρότερο εφιάλτη μου»), παριστάνοντας τη «βιασμένη» από τους Ρώσους «παρθένα» («οι Ρώσοι βίασαν τη Γεωργία»).

Η στρατιωτική αποφασιστικότητα της Ρωσίας και η ήττα για πρώτη φορά των ΗΠΑ στη σύγκρουσή τους με τη Ρωσία (μέσω Γεωργίας-Σαακασβίλι) είναι πλέον δυο πραγματικά γεγονότα που δεν μπορούν από κανέναν να αμφισβητηθούν. Η ήττα των ΗΠΑ-Γεωργίας στη σύγκρουσή τους με τη Ρωσία έπληξε και τραυμάτισε ανεπανόρθωτα το γόητρο της ισχύος του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στα μάτια όλων των λαών και όλων των χωρών.

Πέρα απ΄ τη γενικότερη όξυνση των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, το ξέσπασμα του αιματηρού πολέμου στον Καύκασο μεταξύ Γεωργίας-Ρωσίας (στην πραγματικότητα μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας) συνδέεται άμεσα τόσο με το σφοδρό ανταγωνισμό των ΗΠΑ-Ρωσίας στην περιοχή αυτή για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αλλά και τους αγωγούς μεταφοράς τους όσο και προπαντός με τις συνεχείς προσπάθειες τα τελευταία χρόνια εκ μέρους του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού να απομονώσεικαι περικυκλώσει στρατιωτικά ως το μαλακό υπογάστριό της τη Ρωσία, περικύκλωση που άρχισε με τις κυβερνήσεις μαριονέτες των ΗΠΑ σε Γεωργία-Ουκρανία και τη διαρκή επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς.

Αρχικά οι ΗΠΑ προσπάθησαν να εκτοπίσουν τη Ρωσία απ’ τα Βαλκάνια με το αδυνάτισμα της Σερβίας, στη συνέχεια πέτυχαν την εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων σε Ρουμανία και Βουλγαρία, ακολούθησαν τα σχέδια εγκατάστασης της λεγόμενης «αντιπυραυλικής ασπίδας» σε Πολωνία και Τσεχία και τελευταία η προσπάθεια στο Βουκουρέστι για ένταξη στο ΝΑΤΟ της Γεωργίας και της Ουκρανίας που ματαιώθηκε εξαιτίας των αντιδράσεων όχι μόνο της Ρωσίας αλλά και των ισχυρών ιμπεριαλιστικών χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τελευταία η Μόσχα απάντησε με επίσης σαφέστατο και αποφασιστικό τρόπο και στην πρόσφατη υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ-Πολωνίαςγια την εγκατάσταση της λεγόμενης «αντιπυραυλικής ασπίδας» στο έδαφος της τελευταίας δια στόματος του υπαρχηγού του ρωσικού επιτελείου στρατού, στρατηγού Ανατόλι Νογκοβίτσιν: «η Πολωνία καθίσταται στόχος, αναπτύσσοντας στοιχεία του επιθετικού αυτού συστήματος. Η καταστροφή τέτοιων στόχων θα αποτελέσει πρώτη προτεραιότητα».

Τέλος ο ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ σε ομιλία του στην πόλη Κουρσκ κατά τις εκδηλώσεις για την επέτειο της σημαντικής μάχης δήλωσε (18/8/2008) : «αν κάποιος πιστεύει ότι μπορεί να σκοτώνει τους πολίτες μας και να διαφεύγει ατιμώρητος, εμείς δε θα το επιτρέψουμε ποτέ. Αν κάποιος το προσπαθήσει και πάλι, η απάντησή μας θα είναι συντριπτική. Έχουμε όλους τους απαραίτητους πόρους, πολιτικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς. Αν κάποιος έχει οποιεσδήποτε αυταπάτες γι’ αυτό θα πρέπει να τις εγκαταλείψει. Δεν θέλουμε να επιδεινώσουμε τη διεθνή κατάσταση, αλλά επιθυμούμε να μας σέβονται, να σέβονται το κράτος μας, το έθνος μας, τις αξίες μας». Αποφασιστική απάντηση και σαφέστατη προειδοποίηση προς τις ΗΠΑ.

***

Απ’ την πρώτη στιγμή της κατάρρευσης-διάλυσης του ρεβιζιονιστικού-καπιταλιστικού στρατοπέδου (1956-1990) μ’ επικεφαλής την καπιταλιστική (1956-1990) Σοβιετική Ένωση των Χρουστσόφ-Μπρέζνιεφ-Γκορμπατσόφ και τη διάλυση της ΕΣΣΔ, οι αμερικανοί ιμπεριαλιστές έσπευσαν αμέσως: πρώτο, να εκμεταλλευτούν τις εθνικιστικές αντιθέσεις των νέων αποσχισθέντων απ’ τη Ρωσία κρατών με στόχο την οικονομική-πολιτική-στρατιωτική διείσδυση σ’ αυτά και με κύριο ανομολόγητο όμως σχέδιο την αποδυνάμωση αρχικά της Ρωσίας αλλά και ταυτόχρονα την οικονομική-πολιτική και κυρίως τη στρατιωτική της περικύκλωση, και δεύτερο να φέρουν σε ρήξη με τη Ρωσία όλες τις ως τότε εξαρτημένες απ’ τη Σοβιετική Ένωση ρεβιζιονιστικές-καπιταλιστικές χώρες της ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Τσεχία-Σλοβακία, Ρουμανία, Ουγγαρία,Βουλγαρία) και τις αποσχισθείσες απ’ αυτή βαλτικές χώρες.

Σ’ όλες αυτές τις χώρες κυριάρχησαν και κυριαρχούν όχι μόνο οι πιο ακραίες αντιδραστικές-φασιστικές δυνάμεις αλλά και ακραία φιλοαμερικάνικες και εχθρικές προς τη Ρωσία δυνάμεις, πράγμα που διευκόλυνε τα σχέδια των ΗΠΑ για περικύκλωση της Ρωσίας.

Η ιμπεριαλιστική Ρωσία απ’ την πλευρά της παρόλο που διέβλεπε τα σχέδια των ανταγωνιστών της ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ, εξαιτίας των τεράστιων προβλημάτων (προπαντός οικονομικών) που αντιμετώπιζε έμενε τα πρώτα χρόνια σχεδόν παθητικός θεατής, προφανώς από αδυναμία, προσπαθώντας να ανορθώσει την οικονομία της και ταυτόχρονα επεξεργάζονταν τα δικά της σχέδια για τον ευρωπαϊκό χώρο και την αντιμετώπιση της ολόπλευρης αμερικάνικης επίθεσης που βρίσκονταν σε εξέλιξη.

Μετά το «ξεκαθάρισμα των λογαριασμών» με τους διάφορους μεγαλομαφιόζους της ρώσικης οικονομίας (Μπερεζόφσκι, Χοντορκόφσκι, κλπ.), ο Πούτιν και το επιτελείο του δίνει προτεραιότητα στη ανόρθωση της οικονομίας συγκεντρώνοντας στα χέρια του κράτους πετρέλαιο-αέριο και ταυτόχρονα, έχοντας πάντα μπροστά τους τα σχέδια των ΗΠΑ και τον σκληρό ανταγωνισμό ΗΠΑ-Ρωσίας, επεξεργάστηκε μια εξωτερική πολιτική προσέγγισης και συνεργασίας με την ΕΕ (με δεδομένες τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσίας) και την Κίνα.

Στο βαθμό που ισχυροποιείται η οικονομία της Ρωσίας η αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ σε διάφορα σημεία του πλανήτη δυναμώνει και οι αντιθέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας γίνονται οξύτερες* (στο πλαίσιο και της γενικότερης όξυνσης** των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, μέρος των οποίων αποτελούν).

Οι αντιπαραθέσεις της Ρωσίας με τις ΗΠΑ πυκνώνουν και γίνονται οξύτερες στο χώρο των Βαλκανίων, της κεντρικής Ευρώπης, της Κασπίας και σε άλλα σημεία του πλανήτη και ο ανταγωνισμός διεξάγεται σφοδρότερος όσο ποτέ για το πετρέλαιο-αέριο αλλά και για τις σφαίρες επιρροής και τον έλεγχο των γεωστρατηγικής σημασίας περιοχών.

Η όξυνση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας συνεχίζεται αμείωτη, ιδιαίτερα στην περιοχή του Καυκάσου, αλλά και εξαιτίας των σχεδίων των ΗΠΑ εγκατάστασης της λεγόμενης «αντιπυραυλικής ασπίδας» σε Πολωνία-Τσεχία που στρεφεται κατά της Ρωσίας αλλά κατά των ευρωπαϊκών χωρών και αναμένεται να τροφοδοτήσει την κούρσα των εξοπλισμών.

Ας παρακολουθήσουμε την πορεία αντιπαράθεσης Ρωσίας-ΗΠΑ σχετικά με τη λεγόμενη «αντιπυραυλικήςασπίδας».

Η Ρωσία από την πρώτη στιγμή αποδοκίμασε και απέρριψε τα σχέδια εγκατάστασης της λεγόμενης «αντιπυραυλικής ασπίδας» των ΗΠΑ στο χώρο της κεντρικής Ευρώπης και συγκεκριμένα την τοποθέτηση στην Πολωνία 10 βάσεων εκτόξευσης πυραύλων και ένα σύστημα ραντάρ στην Τσεχία, με πρόσχημα την απόκρουση πυραύλων από το Ιραν (οι ΗΠΑ ζήτησαν επίσημα στις 22 Γενάρη 2007 να δεχθούν το σύστημα πυραύλων).

Ένα μήνα αργότερα ο Πούτιν στο λόγο του στη «43η Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια» (αρχές του δεύτερου δεκαήμερου του Φλεβάρη 2007)έκφρασε όχι μόνο την έντονη δυσαρέσκειά του για τη λεγόμενη «αντιπυραυλική ασπίδα» αλλά αντιτάχθηκε και στην πολιτική των ΗΠΑ, τις οποίες επέκρινε έντονα: «το σενάριο ενός μονοπολικού κόσμου … με ένα κέντρο εξουσίας, ένα κέντρο ισχύος, ένα κέντρο λήψης αποφάσεων, ενός κόσμου με έναν αφέντη, έναν ηγεμόνα» και κατάγγειλε «τη σχεδόν απεριόριστη προσφυγή στη στρατιωτική βία, που σπρώχνει την ανθρωπότητα στην άβυσσο των αέναων συγκρούσεων… Μια χώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπερβαίνουν τα εθνικά τους σύνορα με κάθε δυνατό τρόπο, επιβάλλοντας τις οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές και εκπαιδευτικές πολιτικές τους σε άλλα έθνη. Είναι η κυριαρχία αυτής της δύναμης, που αναπόφευχτα ενθαρρύνει αριθμό χωρών να αποκτήσουν όπλα μαζικής καταστροφής» (10/2/2007).

Σχετικά με την «αντιπυραυλική ασπίδα», η ελληνική κυβέρνηση παίρνοντας αφορμή (22/2/2007) απ’ τις δηλώσεις του ρώσου στρατηγού Σολοβτσόφ, διοικητή των Δυνάμεων Στρατηγικών Πυραύλων της Ρωσίας, ότι «αν οι κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Τσεχίας πάρουν μια τέτοια απόφαση, τότε οι ρωσικές στρατηγικές δυνάμεις είναι σε θέση να βάλουν αυτές τις χώρες στο στόχαστρο» («Ελευθεροτυπία» 23/2/2007, σελ. 5), σε ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών τονίζει ότι οι δηλώσεις «οι οποίες στρέφονται κατά των συγκεκριμένων κρατών δεν βοηθούν» και ότι «επηρεάζουν αρνητικά το διάλογο που είναι επωφελής για όλους με το να συμβάλλει αποφασιστικά στη σταθερότητα και την ασφάλεια της Ευρώπης».

Είναι σαφής η απροκάλυπτη υπεράσπιση των επιθετικών στρατιωτικών σχεδίων των ΗΠΑ εκ μέρους της αντιδραστικής κυβέρνησης Καραμανλή. Η δήλωση προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια της Μόσχας, η οποία, σύμφωνα με δημοσιεύματα, έδωσε εντολή στον πρεσβευτή της να ζητήσει εξηγήσεις από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών «για την παρέμβαση υπέρ των αμερικανών στη διένεξη για την εγκατάσταση πυραύλων των ΗΠΑ στην Τσεχία και την Πολωνία»

Ενώ, λοιπόν, η κυβέρνηση Καραμανλή έσπευσε να στηρίξει τα επιθετικά σχέδια των ΗΠΑ, αυτά όμως προκάλεσαν διχασμό στο χώρο της ΕΕ. Τέλη του δεύτερου δεκαήμερου του Μάρτη 2007 ο πρόεδρος του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, Κουρτ Μπέκ, δήλωσε ότι «στην Ευρώπη δεν πρέπει να εγκατασταθούν πύραυλοι» και ότι «δεν επιθυμούμε μια νέα κούρσα εξοπλισμών των ΗΠΑ και της Ρωσίας σε ευρωπαϊκό έδαφος», ο δε γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Φρανκ-Βάλτερ Στάϊνμαϊερ διευκρίνισε ότι το θέμα πρέπει να συζητηθεί στην Ατλαντική Συμμαχία και την Ευρωπαϊκή Ένωση και ταυτόχρονα να αρχίσει διάλογος με τη Ρωσία, ενώ αργότερα δήλωσε ότι «κύρια προτεραιότητά μας είναι ο αφοπλισμός και όχι ένα νέο κυνήγι εξοπλισμών. Στη διαμάχη για το αντιπυραυλικό σύστημα η Ευρώπη θα πρέπει με κάθε τρόπο να αποφύγει το διχασμό. Η εποχή του Ψυχρού Πολέμου έχει περάσει για πάντα… δεν επιθυμούμε ένα νέο κυνήγι εξοπλισμών στην Ευρώπη». Ανάλογες δηλώσεις έκανε και ο γερμανός υπουργός Άμυνας, Φραντς Γιόζεφ Γιουνγκ. Επίσης η καγκελάριος Α. Μέρκελ δήλωσε (19/3/2007):«κανείς δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής μας ενεργώντας από μόνος του. Αυτό ισχύει όχι μόνο για την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και για τις ΗΠΑ». Αρνητική στάση κρατάει και η Γαλλία.

Απ’ την πλευρά του ο Χαβιέ Σολάνα , επικεφαλής της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Ασφάλειας της ΕΕ , σε δηλώσεις του (29/3/2007) υποστήριξε ότι οποιαδήποτε απόφαση χωρών-μελών της ΕΕ να συμμετάσχουν στα συγκεκριμένα αμερικάνικα σχέδια δεν πρέπει να βάλλουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της ΕΕ και επιπλέον η τυχόν εγκατάσταση πυραύλων θα «επηρεάσει τις σχέσεις μας με τρίτες χώρες όπως με τη Ρωσία».

Αρχές Μάρτη (5/3/2007) ο ρώσος στρατηγός Ιγκορ Χβόροφ γνωστοποίησε δηλώνοντας ότι «καθώς όλα τα στοιχεία του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας δεν μπορούν να προστατευθούν σωστά, όλοι οι τύποι αεροσκαφών μας είναι σε θέση να τα καταστρέψούν»

Δυο περίπου μήνες αργότερα ο Πούτιν (26/4/2007) ανακοίνωσε – έκφραση της όξυνσης των αντιθέσεων και επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας – την απόφαση της Μόσχας να παγώσει μονομερώς τη Συνθήκη για τα Συμβατικά Όπλα (CFE) στην Ευρώπη, αν δεν παραιτηθούν οι ΗΠΑ απ’ την εγκατάσταση της «αντιπυραυλικής ασπίδας» σε Πολωνία και Τσεχία, σημειώνοντας παράλληλα πως οι χώρες του ΝΑΤΟ που υπέγραψαν τη Συνθήκη (Παρίσι 19/11/1990 μεταξύ ΝΑΤΟ-Συμφώνου Βαρσοβίας, τροποποιήθηκε στις 19/11/1999) δεν τήρησαν τις ρυθμίσεις της και δεν την έχουν επικυρώσει. Ταυτόχρονα επισήμανε τον κίνδυνο για τη Ρωσία ότι με την εγκατάσταση πυραύλων στην κεντρική Ευρώπη θα ελέγχεται «η ρώσικη επικράτεια ως τα Ουράλια αν δεν πάρουμε αντίμετρα» και καταλήγοντας δήλωσε αποφασιστικά: «και θα το πράξουμε».

Εν τω μεταξύ σε οικονομικό επίπεδο, η Ρωσία συμφώνησε (12/5/2007) με το Καζακστάν και το Τουρκμενιστάν να κατασκευάσουν από κοινού νέο αγωγό φυσικού αερίου στην Κασπία, συμφωνία που ισχυροποιεί και δυναμώνει παραπέρα το ρόλο της Ρωσίας ως προμηθευτή ενέργειας στις χώρες της ΕΕ,γεγονός που ανησύχησε έντονα τις ΗΠΑ.

Στις 23 Μάη 2007 από τη Βιέννη ο Πούτιν αναφερόμενος εκ νέου στην «αντιπυραυλική ασπίδα» δήλωσε πεπεισμένος: «πιστεύουμε ότι η διμερής απόφαση έχει ήδη ληφθεί μεταξύ ΗΠΑ και Τσεχίας, από τη μια πλευρά, και ΗΠΑ και Πολωνίας από την άλλη», ενώ στις 29 Μάη 2007 δήλωσε ότι η εγκατάσταση της αμερικάνικης «αντιπυραυλικής ασπίδας» στην Ευρώπη θα μετατρέψει τη γηραιά ήπειρο σε «πυριτιδαποθήκη»: «κρίνουμε ότι είναι επιζήμιο και επικίνδυνο να μετατραπεί η Ευρώπη σε πυριτιδαποθήκη και να τη γεμίσουμε με νέα όπλα». Ταυτόχρονα η Ρωσία έδωσε και την πρώτη αποφασιστική απάντηση στην εμμονή των ΗΠΑ να εγκαταστήσουν την«αντιπυραυλική ασπίδα» στην κεντρική Ευρώπη, πραγματοποιώντας την πρώτη (29/5/2007) επιτυχή εκτόξευση ενός νέου διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου πολλαπλών κεφαλών (RS-24), που αποφεύγει τα συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας και ο οποίος μπορεί να διαπερνά οποιαδήποτε «αντιπυραυλική ασπίδα». Ο τότε αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης Σεργκέϊ Ιβανόφ είχε δηλώσει (29/5/2007) σχετικά: «τα νέα τακτικά και στρατηγικά συγκροτήματα της Ρωσίας μπορούν να διαπεράσουν οποιοδήποτε υπάρχον ή μελλοντικό πυραυλικό αμυντικό σύστημα. Έτσι από άποψη άμυνας και ασφάλειας οι Ρώσοι μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς»

Αρχές Ιούνη (4/6/2007) ο Πούτιν προειδοποίησε ότι σε περίπτωση εγκατάστασης «αντιπυραυλικής ασπίδας» σε Πολωνία-Τσεχία, η Ρωσία θα στρέψει τους πυραύλους της προς αυτές τις χώρες της Ευρώπης.

Στις 23 Ιούλη κατατέθηκε το νομοσχέδιο για το πάγωμα της συμμετοχής της Ρωσίας στο «Σύμφωνο Ελέγχου Συμβατικών Όπλων» το οποίο επικυρώθηκε από τη ρωσική κρατική Δούμα το πρώτο δεκαήμερο του Νοέμβρη (2007).

Είναι φανερό ότι οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας συνεχώς επιδεινώθηκαν καθόλη τη διάρκεια του περασμένου χρόνου για να επιδεινωθούν πολύ περισσότερο αυτό το χρόνο με τον αιματηρό πόλεμο στον Καύκασοκαι την υπογραφή (18/8/2008) της συμφωνίας εγκατάστασης της «αντιπυραυλικής ασπίδας» στην Πολωνία από τους υπουργούς εξωτερικών των ΗΠΑ-Πολωνίας

* Οι εκτιμήσεις της σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας του«Κ»ΚΕ ότι η Ρωσία είναι υποταγμένη και σέρνεται πίσω απ’ το άρμα των ΗΠΑ αποδείχθηκαν σαπουνόφουσκες.

** Επίσης οι πόλεμοι στο Ιράκ και στον Καύκασο και η παραπέρα όξυνση των αντιθέσεων μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων διέλυαν τον αντιδραστικό μύθο των ηγετών του «Κ»ΚΕ περί «συγκρότησης ενός διεθνούς ιμπεριαλιστικού συνασπισμού με επικεφαλής τις ΗΠΑ» (Παπαρήγα: «Ρ», 25/9/2001, σελ. 7-8) – αστική σοσιαλδημοκρατική αντίληψη-εκτίμηση που αρνείται την ύπαρξη και επιπλέον την όξυνση των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων (επανέκδοση στον 21ο αιώνα της πασίγνωστης περί «υπεριμπεριαλισμού» αντιμαρξιστικής θεωρίας του Κ.Κάουτσκι).

Δεν υπάρχουν σχόλια: